Μη αλκοολική λιπώδης διήθηση του ήπατος
Επιμέλεια κειμένου: Ν. Βιάζης, Γαστρεντερολόγος
Τι είναι η μη αλκοολική λιπώδης διήθηση του ήπατος;
Η μη αλκοολική λιπώδης διήθηση του ήπατος (στεάτωση) αποτελεί ένα από τα συχνότερα ευρήματα του υπερήχου της κοιλιάς, προβληματίζοντας ιατρούς και ασθενείς για την εξέλιξη και αντιμετώπισή του. Πρόκειται για παθολογική συγκέντρωση λίπους στα ηπατοκύτταρα, κατάσταση που σε ένα μικρό ποσοστό μπορεί τελικά να οδηγήσει στη φλεγμονή των ηπατοκυττάρων με πιθανό τελικό αποτέλεσμα την ανάπτυξη κίρρωσης, σε ασθενείς που δεν καταναλώνουν συστηματικά αλκοόλ. Αν και η ο μηχανισμός ανάπτυξης της νόσου δεν είναι πλήρως κατανοητός, φαίνεται ότι σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η αντίσταση στη δράση της ινσουλίνης με το λιπώδες ήπαρ να θεωρείται η ηπατική έκφραση του μεταβολικού συνδρόμου.
Πόσο συχνό είναι το πρόβλημα αυτό και που οφείλεται;
Το ποσοστό της στεάτωσης του ήπατος κυμαίνεται σε διάφορες μελέτες μεταξύ 10-25% των ενηλίκων, ενώ βασικό ρόλο στην υψηλή αυτή συχνότητα φαίνεται να διαδραματίζουν οι σύγχρονες διατροφικές συνήθειες και τα υψηλά ποσοστά παχυσαρκίας.
Τι συμπτώματα προκαλεί;
Πρόκειται για νοσολογική οντότητα χωρίς συμπτώματα, καθώς υποκειμενικά ενοχλήματα σπανίως αναφέρονται και η διάγνωση τίθεται τυχαία τις περισσότερες φορές κατά τη διενέργεια υπερηχογραφήματος ήπατος. Μπορεί να συνοδεύεται από αύξηση των τρανσαμινασών -ειδικών ενζύμων του ήπατος- στον εργαστηριακό έλεγχο του αίματος, ως αντανάκλαση της ύπαρξης φλεγμονής στο ήπαρ (στεατοηπατίτιδα). Παραμένει ωστόσο άγνωστο σε τι ποσοστό και ποιοι από τους ασθενείς με απλή λιπώδη διήθηση τελικά θα αναπτύξουν φλεγμονή, ίνωση και κίρρωση.
Υπάρχει θεραπεία;
Μέχρι σήμερα καμία φαρμακευτική θεραπεία δεν έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στην αντιμετώπιση και στην υποστροφή της λιπώδους διήθησης του ήπατος. Έτσι, η θεραπεία βασίζεται κυρίως στην αντιμετώπιση του υποκείμενου αιτίου εφόσον υπάρχει (π.χ. ρύθμιση σακχαρώδους διαβήτη) και σε αλλαγή των διατροφικών συνηθειών. Συνοπτικά θα λέγαμε ότι για την αντιμετώπιση της λιπώδους διήθησης δεν αρκεί μόνο ο περιορισμός της πρόσληψης λιπών στη διατροφή αλλά η γενικότερη μείωση των προσλαμβανόμενων θερμίδων και από άλλες πηγές ενέργειας (υδατάνθρακες, αλκοόλ) που ενδεχομένως παίζουν σημαντικότερο ρόλο στην εξέλιξη της νόσου.
